- χώρος
- Για τη στοιχειώδη γεωμετρία, χ. είναι μια αυτονόητη έννοια και αποτελείται από το περιβάλλον μέσα στο οποίο είναι δυνατόν να τοποθετηθούν νοερά τα άλλα, επίσης αυτονόητα, γεωμετρικά στοιχεία: σημεία, ευθείες, επίπεδα. Τα σύγχρονα όμως μαθηματικά δίνουν έναν ευρύτερο ορισμό της έννοιας αυτής και θεωρούν χ. κάθε σύνολο αφηρημένων στοιχείων (που ονομάζονται σημεία), το οποίο παρουσιάζει ορισμένες ιδιότητες που διατυπώθηκαν σε αξιώματα, που αντανακλούν μερικές ιδιότητες του αυτονόητου χ. Μετά την ανακάλυψη της αναλυτικής γεωμετρίας –σύμφωνα με την οποία κάθε σημείο μιας ευθείας συνδέεται με έναν αριθμό, κάθε σημείο του επιπέδου με ζεύγος αριθμών και κάθε σημείο του χ. με τριάδα αριθμών– επιτυγχάνεται μια γενίκευση της έννοιας του χ., με την παραδοχή των συναφών πραγματικών χ. ν διαστάσεων ή συναφών πραγματικών υπερχώρων, που αποτελούνται από στοιχεία τα ονομαζόμενα σημεία, τα οποία βρίσκονται σε αμοιβαία μονοσήμαντη αντιστοιχία με τις διατεταγμένες νιάδες πραγματικών αριθμών (συντεταγμένες των σημείων). Αντίθετα, στους μιγαδικούς χώρους ν διαστάσεων, τα σημεία βρίσκονται σε αμοιβαία μονοσήμαντη αντιστοιχία με τις διατεταγμένες νιάδες μιγαδικών αριθμών. Μια παραπέρα γενίκευση της έννοιας του χ. επιτυγχάνεται, με το πνεύμα αυτό, αν θεωρηθούν οι συναφείς χώροι ν διαστάσεων συνδυασμένοι με ένα οποιοδήποτε πεδίο. Στους χ. αυτούς, τα σημεία βρίσκονται σε αμοιβαία μονοσήμαντη αντιστοιχία με τις διατεταγμένες νιάδες αριθμών (συντεταγμένες του σημείου) που ανήκουν στο πεδίο. Οι τελευταίοι αυτοί είναι όλοι αναλυτικοί ή αριθμητικοί χώροι, ορίζονται δηλαδή αναλυτικά· με τον τρόπο αυτό η γεωμετρία ανάγεται στην άλγεβρα.
Ένας συναφής χ. ν διαστάσεων μετατρέπεται σε ευκλείδειο πραγματικό χ. ν διαστάσεων αν γίνει αποδεκτή η έννοια της απόστασης δ (χ, ψ) μεταξύ των σημείων χ, ψ ανά δύο
–δηλαδή
όπου (x1, x2…xν) και (y1, y1…yν) είναι οι συντεταγμένες των σημείων χ, ψ– και αν θεωρηθεί ότι οι ιδιότητες των σχημάτων του χ. παραμένουν αναλλοίωτες από τις ανατρέψιμες εκείνες γραμμικές μετατροπές που διατηρούν την απόσταση. Η έννοια του συναφούς χ. γενικεύεται με εκείνη του προβολικού χ. Ως προβολικός ή γραμμικός δεξιόστροφος χ. διάστασης σε ένα σώμα Κ ορίζεται ένα σύνολο στοιχείων (που ονομάζονται σημεία), τα οποία βρίσκονται σε αμοιβαία μονοσήμαντη αντιστοιχία με τις διατεταγμένες (ν + 1)άδες στοιχείων του Κ, όταν αυτά δεν είναι όλα μηδέν. Οι (ν+1)άδες αυτές ορίζονται πλην ενός δεξιόστροφου συντελεστή αναλογίας διαφόρου του μηδενός (συντεταγμένες)· αν το Κ είναι μετατρέψιμο, είναι δηλαδή ένα πεδίο, η προσηγορία δεξιόστροφο είναι περιττή. Σε έναν προβολικό χ. Sv ονομάζεται υπερεπίπεδο, ο γεωμετρικός τόπος των σημείων που με τις συντεταγμένες τους (x0, x1, ... Xν) επαληθεύουν μια γραμμική εξίσωση α0x0+α1x1+ ... + ανχν· η τομή περισσότερων υπερεπιπέδων ονομάζεται χ. εξαρτημένος του Sν. Ο αριθμός των παραμέτρων, από τις οποίες εξαρτάται μεταβλητό σημείο ενός εξαρτημένου χ., ονομάζεται διάσταση του εξαρτημένου αυτού χ.· έτσι ένα υπερεπίπεδο έχει διάσταση ν–1. Αν Sλ και Sκ είναι δύο εξαρτημένοι χ. του Sν διαστάσεων λ και κ, ο γεωμετρικός τόπος των κοινών σημείων των Sλ και Sκ είναι ακόμα ένας εξαρτημένος χ., που ονομάζεται χ. τομή των Sλ και Sκ. Ονομάζεται ακόμα χ. συνδέων τους Sλ και Sκ ο χ. τομή των εξαρτημένων χώρων που περιέχουν τους Sλ και Sκ. Μεταξύ των διαστάσεων λ και κ δύο δοθέντων χ. και των διαστάσεων τ και σ, του χ. τομή και του συνδέοντος χ. αντίστοιχα, υπάρχει η ακόλουθη σχέση: λ + κ = τ + σ. Ένας χ. που συνδυάζεται με ένα πεπερασμένο πεδίο, και αποτελείται, δηλαδή, από πεπερασμένο αριθμό σημείων, ονομάζεται χ. του Γκαλουά. Είναι δυνατόν να δοθεί ένας καθαρά γραφικός (γεωμετρικός) ορισμός των προβολικών χ. για να φτάσουμε στην έννοια του γραφικού χ.: ένας τέτοιος χ., διάστασης ν, είναι ένα σύνολο S από αφηρημένες οντότητες, που ονομάζονται σημεία, στον οποίο διακρίνονται υποσύνολα, που ονομάζονται εξαρτημένοι χώροι, σε καθέναν από τους οποίους συνδυάζεται ένας ακέραιος αριθμός β ν, που ονομάζεται διάσταση του χ. Ένας γραφικός χ. ονομάζεται αναγωγικός αν υπάρχουν σε αυτόν ευθείες με δύο μόνο σημεία, και μη αναγωγικός σε αντίθετη περίπτωση. Αποδεικνύεται ότι κάθε γραφικός χ. αποτελείται από έναν ορισμένο αριθμό μη αναγωγικών γραφικών χ. Για τις έννοιες τοπολογικού και μετρικού χ., τοπολογία· για διανυσματικό χ., χ. του Μπάναχ και χ. του Χίλμπερτ, διάνυσμα.
* * *(I)ο / χῶρος, ΝΜΑ1. μέρος εδάφους, εδαφική έκταση (α. «ο χώρος τής πλατείας» β. «πίονα χῶρον ναίουσιν», Ησίοδ.)2. απεριόριστο διάστημα τριών διαστάσεωννεοελλ.1. διάστημα κενό, ελεύθερη έκταση (α. «ο χώρος ανάμεσα στις σειρές τών θρανίων» β. «δεν υπάρχει άλλος χώρος στη βιβλιοθήκη» γ. «στην αίθουσα υπάρχει χώρος και για άλλους μαθητές» δ. «οι χώροι τού αυτοκινήτου»)2. περιβάλλον («το σπίτι τους δεν είναι κατάλληλος χώρος για να μεγαλώσει ένα παιδί»)3. δωμάτιο («το σπίτι μας έχει πολύ μεγάλους χώρους»)4. η τρισδιάστατη έκταση την οποία καταλαμβάνει ένα υλικό σώμα («το γραφείο πιάνει πολύ χώρο»)5. (φιλοσ.) η δεύτερη, σε συσχέτιση με τον χρόνο και αδιάσπαστα συνδεδεμένη με αυτόν, θεμελιώδης έννοια, που προσδιορίζει μια αντικειμενική και καθολική μορφή τού Είναι, η οποία ανακλά το τρισδιάστατο, άπειρο, ομογενές και ισότροπο συνεχές και εκφράζει την τάξη συνύπαρξης τών αντικειμένων και συστημάτων τού πραγματικού κόσμου, τη θέση, τις διαστάσεις, το μέγεθος, την έκταση και τις αποστάσεις τους6. μαθημ. α) ο R3, που αποτελείται από διατεταγμένες τριάδες πραγματικών αριθμών, ή ένα κατάλληλο υποσύνολό τουβ) σύνολο εφοδιασμένο με μία ή περισσότερες δομές7. φρ. α) «δουγλάσειος χώρος»ανατ. κόλπωμα τού τοιχωματικού περιτοναίου μεταξύ μήτρας και ορθού εντέρου, που είναι ο οπίσθιος δουγλάσειος, και μήτρας και ουροδόχου κύστης, που είναι ο πρόσθιος δουγλάσειος, στη γυναίκαβ) «εναέριος χώρος»(νομ.) ο χώρος τής ατμόσφαιρας πάνω από μια εδαφική ή θαλάσσια έκτασηγ) «εθνικός εναέριος χώρος»(νομ.) ο χώρος τής ατμόσφαιρας πάνω από την εδαφική και θαλάσσια έκταση που περικλείεται από τα σύνορα ενός κράτους και ο οποίος υπάγεται στην κυριαρχία τουδ) «επιτυμπάνιος χώρος»ανατ. το τμήμα τής κοιλότητας τού τυμπάνου που εκτείνεται πάνω από το επίπεδο τού τυμπανικού υμένα, αλλ. αττικός χώροςε) «ευκλείδιος χώρος ν διαστάσεων»μαθημ. σύνολο τού οποίου τα σημεία μπορούν να τεθούν σε αμφιμονοσήμαντη αντιστοιχία με τα τακτικά συστήματα ν πραγματικών αριθμών και στα οποία έχει οριστεί ένα μονόμετρο γινόμενοστ) «ζωτικός χώρος» — βλ. ζωτικόςζ) «μεσοκυττάριοι χώροι»βοτ. οι χώροι που βρίσκονται μεταξύ τών κυττάρων σε όλους τους φυτικούς ιστούς και ιδιαίτερα στους παρεγχυματικούςη) «οικονομικός χώρος»(οικον.) ο χώρος μέσα στον οποίο διαμορφώνονται τα οικονομικά μεγέθηθ) «χώρος πρασίνου» ή «πράσινος χώρος» — έκταση δενδροφυτευμένη ή σπαρμένη με χλόη στα όρια ενός οικισμούι) «χώρος τεσσάρων διαστάσεων»φυσ. ο χωρόχρονοςαρχ.1. χώρα («τοῡ Λιβυκοῡ λεγομένου χώρου», Ηρόδ.)2. κτηματική περιουσία3. η ύπαιθρος4. περιοχή («ἐν Ἀρκαδίᾳ δὲ χώρᾳ ἐστὶν ἱερὸν Πανός», Αιλ.).[ΕΤΥΜΟΛ. Παράλληλος τ. τού χώρα, αρσενικού γένους. Η λ. χώρος, ωστόσο, δεν χρησιμοποιείται με τις ειδικές σημ. τής λ. χώρα (για ετυμολ. βλ. λ. χώρα)].————————(II)ὁ, Αο βορειοδυτικός άνεμος.[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. caurus / cōrus «είδος ανέμου»].
Dictionary of Greek. 2013.